ΝΑΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ ΒΑΣΣΩΝ ΦΙΓΑΛΕΙΑΣ
«… Έτρεξα ανυπόμονος. Ήξερα πως ήταν ο ναός αυτός ένας από τους λαμπρότερους της Ελλάδας, έργο του Ικτίνου, χτισμένος ύστερα από τη μεγάλη νίκη του Παρθενώνα. Εδώ, στα βουνά τούτα , είχαν καταφύγει οι Φιγάλιοι, γλίτωσαν από τη πανούκλα και ύψωσαν το ναόν αυτό για να ευχαριστήσουν τον Επικούρειον Απόλλωνα.
Από μακριά , στο άνοιγμα δύο λόφων, μέσα στη πρασινάδα, διέκρινα μιαν άκρα του ναού. Οι κολόνες ήταν από γαλαζωπή πέτρα, η ερημιά γύρα ήταν απέραντη, μήτε πουλί μήτε τσομπάνης μήτε νερό. Στο βάθος, κοντά στο νότο, φράζοντας τον ορίζοντα, κυμάτιζε ανάρια γαλάζιος ανοιχτός, παντοδύναμος και γαλήνιος ο Ταΰγετος.
Δύσκολα μπορώ να νιώσω τους αρχαίους ναούς, στη πρώτη επαφή μένω εντελώς ασυγκίνητος….».
N. Καζαντζάκης: «Ταξιδεύοντας»
ΓΕΝΙΚΑ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα βρίσκεται κοντά στην αρχαία αρκαδική πόλη της Φιγαλείας και σε απόσταση 14 χλμ από την Ανδρίτσαινα Ηλείας. Καταλαμβάνει ένα από τα φυσικά πλατώματα του Κωτιλίου όρους (Βάσσες) και βρίσκεται σε υψόμετρο 1130 μ. Από το 1986 προστατεύεται από την UNESCO ως μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, με ένα στέγαστρο από ειδικό υλικό.
Ο Παυσανίας αναφέρει: « Η Φιγαλία κλείνεται γύρω από βουνά, αριστερά από το λεγόμενο Κωτίλιο και δεξιά από το Ελάιον όρος που υψώνεται μπροστά του. Το Κωτίλιο απέχει 40 περίπου στάδια από τη πόλη. Στο Κωτίλιο υπάρχει θέση ονομαζόμενη Βάσσαι και ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα, μαρμάρινος ο ίδιος και η στέγη του. Από όλους τους ναούς της Πελοποννήσου, ύστερα από το ναό της Τεγέας, θα μπορούσε αυτός να πάρει τη πρώτη θέση για το κάλλος του μαρμάρου και το αρμονικό σύνολο. Το προσωνύμιο δόθηκε στον Απόλλωνα, γιατί ήρθε ¨επίκουρος¨ σε αρρώστια επιδημική, όπως και οι Αθηναίοι τον ονόμασαν ¨αλεξίκακο¨ γιατί και απ’ αυτούς απομάκρυνε την αρρώστια.
Έφερε και στους Φιγαλείς τη σωτηρία κατά τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ Πελοποννησίων και Αθηναίων και όχι σε καμιά άλλη περίσταση. Απόδειξη είναι τα δύο προσωνύμια του Απόλλωνα που υποδηλώνουν παρόμοια περίπτωση και το ότι αρχιτέκτονας του ναού της Φιγαλίας υπήρξε ο Ικτίνος, σύγχρονος με το Περικλή και αρχιτέκτονας του λεγόμενου Παρθενώνα της Αθήνας ».
Παυσανίας VIII,41, 7-9
(Μετάφραση Ν. Παπαχατζής)
Ο Παυσανίας αναφέρεται διεξοδικά στο περιστατικό εξαιτίας του οποίου αποδόθηκε στον Απόλλωνα το προσωνύμιο ¨επικούριος¨.( VIII,39,3-5) :
Το 659 π.Χ., εννέα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Μεσσηνιακού πολέμου, οι Σπαρτιάτες κυρίευσαν τη Φιγάλεια και οι κάτοικοί της την εγκατέλειψαν για να σωθούν. Απευθύνθηκαν στο μαντείο των Δελφών για να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ανακτήσουν την πόλη τους. Το μαντείο χρησμοδότησε πως θα έπρεπε να πολεμήσουν τους Σπαρτιάτες προσλαμβάνοντας από το γειτονικό Ορεσθάσιο εκατό επίλεκτους πολεμιστές για να βοηθήσουν και οι οποίοι θα σκοτώνονταν όλοι στη μάχη. Όταν οι Φιγαλείς επέστρεψαν στη πατρίδα τους, θέλησαν να ευχαριστήσουν τον Απόλλωνα που τους βοήθησε να γυρίσουν στη πόλη τους. Αφιέρωσαν στο θεό ναό που έκτισαν σ’ ένα φυσικό πλάτωμα της δυτικής πλαγιάς του Κωτιλίου και τον ονόμασαν Επικούριο».
Μετά την επίσκεψή στο ναό του Επικούριου Απόλλωνα, ο Παυσανίας συνεχίζει τη περιήγησή του στο χώρο και συναντά το ναό της Αφροδίτης του Κωτιλίου που στέγαζε το λατρευτικό άγαλμα της θεάς.
Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ
Η λατρεία του Απόλλωνα στη περιοχή των Βασσών, ανάγεται τουλάχιστον από τον 7ο αι. π. Χ. Ο Απόλλωνας λατρευόταν αρχικά ως πολεμικός θεός, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα ευρήματα (πολεμικά όπλα), πιθανόν γιατί συνέδραμε τους Φιγαλείς, ήρθε δηλαδή επίκουρος, στον αγώνα τους κατά των Σπαρτιατών για την ανάκτηση της πόλης το 659 π.Χ.
Φαίνεται όμως σύμφωνα με τη μαρτυρία του Παυσανία –ότι στα κλασικά χρόνια – αυτός ο πολεμικός χαρακτήρας του θεού μετατράπηκε σε χαρακτήρα θεού θεραπευτή. Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει ότι ο θεός έφερε το προσωνύμιο ¨επίκουρος¨ γιατί εμπόδισε την εξάπλωση αρρώστιας (επιδημίας) που έπληξε τον ελλαδικό χώρο στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου.
Σε απελευθερωτική επιγραφή δούλων που βρέθηκε στα ιερά του όρους Κωτίλου, ο Απόλλωνας αναφέρεται με το προσωνύμιο ¨Βασσίτας¨ από τη θέση που ήταν ο ναός του στις Βάσσες.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Ο ναός είναι περίπτερος, εξάστυλος, δωρικού ρυθμού. Ένα από τα πολλά ιδιόμορφα γνωρίσματά του είναι οι 15 κίονες στη μακριά πλευρά του και όχι 13 που ήταν η κανονική αναλογία για την εποχή εκείνη, που θέλει οι μακριές πλευρές να έχουν διπλάσιο αριθμό κιόνων από τις στενές, συν ένα.
Εκτός από του δωρικού ρυθμού εξωτερική κιονοστοιχία, συνυπάρχουν στην αρχιτεκτονική του και ο κορινθιακός και ο ιωνικός ρυθμός. Η κρηπίδα του ναού αποτελείται από τρεις βαθμίδες. Ο καθορισμός των ακριβών διαστάσεών της παρουσιάζει δυσκολίες λόγω των μεγάλων καθιζήσεων και αποκλίσεων που έχει υποστεί μέχρι σήμερα ο ναός.
Πάνω στην ανώτερη βαθμίδα κρηπίδας, το στυλοβάτη, εδράζονταν 38 κίονες (οι 36 βρίσκονται σήμερα στη θέση τους). Ένα –όχι συνηθισμένο σε ελληνικούς ναούς- χαρακτηριστικό είναι η διαφορά πάχους μεταξύ των κιόνων. Οι κίονες της βόρειας κιονοστοιχίας είναι πιο χοντροί σε σχέση με τους υπόλοιπους. Ακόμη, η περίσταση του ναού συγκεντρώνει δύο από τα αρχαΐζοντα χαρακτηριστικά του κτηρίου: το πολύ μεγάλο μήκος της κρηπίδας σε σχέση με το πλάτος της και τα μεγαλύτερα μεταξόνια διαστήματα των στενών πλευρών (βόρεια και νότια) έναντι των μακρών (ανατολικά και δυτικά).Όσον αφορά τη διατήρηση του δομικού υλικού στη περίσταση, η κατάσταση που βρίσκονται σήμερα οι κίονες είναι αρκετά καλή, σε αντίθεση με εκείνη της κρηπίδας που παρουσιάζει θραύσεις. Σοβαρότερα προβλήματα παρουσιάζει η κατάσταση των επιστυλίων όπου παρατηρούνται αποκολλήσεις επιφανειακών τεμαχίων, διαμπερείς ρωγμές και θρυμματισμός κυρίως της πάνω επιφάνειάς τους.
ΣΗΚΟΣ
Πολλά ιδιόμορφα στοιχεία συνυπάρχουν στο σηκό. Σε αυτά υιοθετήθηκαν από τον αρχιτέκτονα επιλογές αρχιτεκτονικής σύνθεσης που ήταν τολμηρές και πρωτοπόρες για την εποχή. Στη σχεδίαση του εσωτερικού του ναού χρησιμοποιήθηκαν και οι τρεις ρυθμοί, ο δωρικός, ο ιωνικός και ο κορινθιακός και αυτό τον κάνει να είναι ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα από τους σημαντικότερους της αρχαίας Ελλάδας.
Καταγράφουμε τα επιμέρους στοιχεία της αρχιτεκτονικής του σηκού. Ιωνική κιονοστοιχία με τοιχάρια, τη διαγώνια διάταξη του ζεύγους των νοτιότερων ημικιόνων, τη κορινθιακή κιονοστοιχία, την ανάγλυφη ιωνική ζωφόρο, το διαχωρισμό του κυρίως σηκού από το άδυτο και τη θύρα στον ανατολικό τοίχο.
ΣΤΕΓΗ
Η διακόσμηση του σηκού του ναού με τον κορινθιακό, του ιωνικού ρυθμού κιονοστοιχία και την ιωνική ζωφόρο, οδήγησαν στην άποψη ότι ο κεντρικός χώρος του σηκού ήταν αστέγαστος ώστε να φωτίζεται από το φως της μέρας. Σήμερα δεν αμφισβητείται η άποψη πως υπήρχε δίρριχτη στέγη, την οποία κάλυπτε μαρμάρινη κεράμωση κορινθιακού τύπου. Πρόκειται για ένα σύστημα κάλυψης της στέγης που διαφέρει από τα συνήθη. Στις 17 σειρές κεραμίδων που κάλυπταν τη στέγη του ναού η επίπεδη πλάκα του στρωτήρα είναι συμφυής με τη μικρή δίρριχτη στέγη του καλυπτήρα.
Το έξυπνο αυτό τέχνασμα χρησιμοποιήθηκε για να μειωθεί η δυνατότητα διείσδυσης νερού και ο κίνδυνος αποξήλωσης της στέγης από τους δυνατούς ανέμους που πνέουν στη περιοχή.
ΑΔΥΤΟ
Πίσω από την εγκάρσια κιονοστοιχία με τον κορινθιακό κίονα διαμορφώνεται ένας μικρότερος σε διαστάσεις χώρος σε σχέση με το σηκό, το άδυτο. Ο χώρος αυτός έρχεται σε αντίθεση με το σηκό, δηλαδή, ενώ ο χώρος του κυρίως σηκού είναι πλήρης αρχιτεκτονικών στοιχείων, εκείνος του αδύτου χαρακτηρίζεται από την απόλυτη λιτότητα όσον αφορά τη μορφή του. Το μόνο αρχιτεκτονικό στοιχείο που του προσδίδει μια ιδιαίτερη μορφή σε σχέση με τον κυρίως σηκό είναι η ύπαρξη θύρας στον ανατολικό τοίχο. Η παρουσία μιας δεύτερης εισόδου στο εσωτερικό του σηκού αποτελεί ιδιόμορφη αρχιτεκτονική επιλογή. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η ανατολική θύρα οφείλεται σε θρησκευτικούς λόγους (οι ναοί έχουν προσανατολισμό από τα Α προς τα Δ). Άλλα τη συνδέουν με τη παρουσία του λατρευτικού αγάλματος στο χώρο του αδύτου και πιο συγκεκριμένα προς τη πλευρά του δυτικού τοίχου προς ανάγκη του φωτισμού και της θέασης του αγάλματος.
ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα είναι θεμελιωμένος πάνω σε βραχώδες έδαφος που το προετοίμασαν κατάλληλα ώστε να χτιστεί ο ναός. Έγιναν δηλαδή επιχωματώσεις αλλά και βράχοι απολαξεύτηκαν, ώστε το έδαφος να γίνει επίπεδο. Λόγω της φυσικής κατωφέρειας του εδάφους από τα ανατολικά προς τα δυτικά, ο φυσικός βράχος είναι σχεδόν επιφανειακός στα ανατολικά ενώ στα δυτικά συναντάται σε πολύ μεγαλύτερο βάθος. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η ευθυντηρία του ναού στα ανατολικά του ναού να εδράζεται σχεδόν απ’ευθείας στο βράχο επάνω, χωρίς τη παρουσία θεμελίωσης. Αντίθετα στα δυτικά χρειάστηκε να κατασκευαστεί μεγάλη θεμελίωση έως το επίπεδο που είναι ο φυσικός βράχος. Το ίδιο έγινε και στη θεμελίωση του σηκού και συγκεκριμένα στους τοίχους του.
Η θεμελίωση του δυτικού πτερού είναι εκείνη που παρουσιάζει περισσότερα στατικά προβλήματα. Μεγάλες δηλαδή καθιζήσεις οι οποίες έχουν ως συνέπεια, η δυτική κιονοστοιχία του ναού να αποκλίνει σε μεγάλο βαθμό από τη κατακόρυφο.
ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ναού είναι ο προσανατολισμός του από Βορρά προς Νότο σε αντίθεση με τους περισσότερους αρχαίους ναούς που είναι από Ανατολικά προς Δυτικά. Ο προσανατολισμός αυτός επιβλήθηκε λόγω της συγκεκριμένης θέσης που κτίστηκε. Κατά άλλη άποψη, ίσως, λόγω της πανάρχαιης λατρείας του Απόλλωνα ως ¨Υπερβόρειου¨, ως θεού δηλαδή που έρχεται πέρα από τις χώρες του Βορρά, την άνοιξη, ορίζοντας τη περίοδο της ανθοφορίας και καρποφορίας της γης και επιστρέφει στις χώρες αυτές το φθινόπωρο. Άλλοι ναοί με αυτό το προσανατολισμό υπάρχουν στη Πελοπόννησο όπως ο ναός της Αθηνάς στην Αλίφειρα, της Αθηνάς Σωτείρας και του Ποσειδώνα στην Ασέα (αρχαία πόλη της Αρκαδίας) και στο δωρικό ναό στο Πρασιδάκι (κοντά στο Λέπρεο Ηλείας).
ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΝΑΟΥΣ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα χτίστηκε το τελευταίο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ. (420-400 π.Χ.). Διαθέτει κοινά χαρακτηριστικά με τους σύγχρονους ναούς δωρικού ρυθμού της Αττικής, του δεύτερου μισού του 5ου αι. π.Χ. (κιονοστοιχίες στις τρεις πλευρές του σηκού), όπως ο σηκός στο Θησείο (449-444 π.Χ.) και του Παρθενώνα (447-432 π.Χ.).
Ο αρχιτέκτονας του ναού διατηρεί πολλά αρχαϊκά χαρακτηριστικά. Η ασυνήθης αναλογία των κιόνων της πρόσοψης με αυτούς των μακρών πλευρών του και η υπερβολικά στενόμακρη κάτοψη της περίστασης, παραπέμπουν στο πρότυπό του, το μεγάλο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς (6ος αι. π.Χ.).
Είναι πιθανό η προσπάθεια εξισορρόπησης αντιθετικών στοιχείων στην αρχιτεκτονική του ναού να υποδηλώνει ότι ο Ικτίνος ανέλαβε την ευθύνη να συνεχίσει ένα οικοδόμημα με ήδη κατασκευασμένη θεμελίωση και κρηπίδα και κατά συνέπεια με δεδομένες τις βασικές διαστάσεις της περίστασης και του σηκού. Κλήθηκε να μετατρέψει ένα ναό που ήταν ήδη σε φάση κατασκευής με στοιχεία αρχαϊκής περιόδου σε ναό κλασσικής περιόδου χρησιμοποιώντας έξυπνα τεχνάσματα, ώστε να καταλήξει σε ένα επιτυχές αποτέλεσμα μίξης του νέου και του παλαιού.
Ο ΕΥΡΥΤΕΡΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΣΤΙΣ ΒΑΣΣΕΣ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες, οι δύο ναΐσκοι στο Κώτιλο (ναός Αφροδίτης, ναός Άρτεμης) και η πηγή στους πρόποδες του όρους πιθανόν συναποτελούν στοιχεία ενός ιερού, που ιδρύθηκε σε διαφορετικές θέσεις του όρους Κωτιλίου.. Το Κωτίλιο ανήκει στον ορεινό όγκο του Λυκαίου, ιερού όρους των αρχαίων Αρκάδων. Χαρακτηριστικό του ιερού αυτού χώρου που καλύπτει σημαντική έκταση (750 Χ 350 μ. ), είναι ότι δεν ορίζεται από περίβολο.
Στα τέλη του 7ου αι. π.Χ. μαζί με την ίδρυση του πρωϊμότερου ναού του Απόλλωνα, κτίζεται και ο ναός της Άρτεμης του Κωτίλου. Δεν αποκλείεται να εντάσσονται σε ένα ευρύτερο οικοδομικό πρόγραμμα. Πάντως ακολουθούν μια διαφορετική εξελικτική πορεία, χωρίς να αποκλείονται και οι μεταξύ τους σχέσεις, μέχρι του 3ου αι. π,Χ. οι δύο μικροί αυτοί ναοί εγκαταλείπονται, αφήνοντας το ναό του Απόλλωνα να συνεχίσει τη πορεία του ως τα ρωμαϊκά χρόνια.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τις πληροφορίες τις πήρα από το βιβλίο
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα
ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Υπουργείο Πολιτισμού- Επιτροπή Συντηρήσεως Ναού Επικουρίου Απόλλωνα
Καλή Τζώρτζη (αρχαιολόγος / Ε.Σ.Ν.Ε.Α.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου