Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

Ναός Επικουρίου Απόλλωνα



ΝΑΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ  ΒΑΣΣΩΝ  ΦΙΓΑΛΕΙΑΣ

«… Έτρεξα ανυπόμονος. Ήξερα πως ήταν ο ναός αυτός ένας από τους λαμπρότερους της Ελλάδας, έργο του Ικτίνου, χτισμένος ύστερα από τη μεγάλη νίκη του Παρθενώνα. Εδώ, στα βουνά τούτα , είχαν καταφύγει οι Φιγάλιοι, γλίτωσαν από τη πανούκλα και ύψωσαν το ναόν αυτό για να ευχαριστήσουν τον Επικούρειον Απόλλωνα.
     Από μακριά , στο άνοιγμα δύο λόφων, μέσα στη πρασινάδα, διέκρινα μιαν άκρα του ναού. Οι κολόνες ήταν από γαλαζωπή πέτρα, η ερημιά γύρα ήταν απέραντη, μήτε πουλί μήτε τσομπάνης μήτε νερό. Στο βάθος, κοντά στο νότο, φράζοντας τον ορίζοντα, κυμάτιζε ανάρια γαλάζιος ανοιχτός, παντοδύναμος και γαλήνιος ο Ταΰγετος.
Δύσκολα μπορώ να νιώσω τους αρχαίους ναούς, στη πρώτη επαφή μένω εντελώς ασυγκίνητος….».        
    N. Καζαντζάκης: «Ταξιδεύοντας»                                                                                                              
                                                                                                                                                                                       
ΓΕΝΙΚΑ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα βρίσκεται κοντά στην αρχαία αρκαδική πόλη της Φιγαλείας και σε απόσταση 14 χλμ από την Ανδρίτσαινα Ηλείας. Καταλαμβάνει ένα από τα φυσικά πλατώματα του Κωτιλίου όρους (Βάσσες) και βρίσκεται σε υψόμετρο 1130 μ. Από το 1986 προστατεύεται από την UNESCO  ως μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, με ένα στέγαστρο από ειδικό υλικό.
Ο Παυσανίας αναφέρει: « Η Φιγαλία κλείνεται γύρω από βουνά, αριστερά από το λεγόμενο Κωτίλιο και δεξιά από το  Ελάιον όρος που υψώνεται μπροστά του. Το Κωτίλιο απέχει 40 περίπου στάδια από τη πόλη. Στο Κωτίλιο υπάρχει θέση ονομαζόμενη Βάσσαι και ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα, μαρμάρινος ο ίδιος και η στέγη του. Από όλους τους ναούς της Πελοποννήσου, ύστερα από το ναό της Τεγέας, θα μπορούσε αυτός να πάρει τη πρώτη θέση για το κάλλος του μαρμάρου και το αρμονικό σύνολο. Το προσωνύμιο δόθηκε στον Απόλλωνα, γιατί ήρθε ¨επίκουρος¨ σε αρρώστια επιδημική, όπως και οι Αθηναίοι τον ονόμασαν ¨αλεξίκακο¨ γιατί και απ’ αυτούς απομάκρυνε την αρρώστια.
Έφερε και στους Φιγαλείς τη σωτηρία κατά τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ Πελοποννησίων και Αθηναίων και όχι σε καμιά άλλη περίσταση. Απόδειξη είναι τα δύο προσωνύμια του Απόλλωνα που υποδηλώνουν παρόμοια περίπτωση και το ότι αρχιτέκτονας του ναού της Φιγαλίας υπήρξε ο Ικτίνος, σύγχρονος με το Περικλή και αρχιτέκτονας του λεγόμενου Παρθενώνα της Αθήνας ».
                                                                               Παυσανίας VIII,41, 7-9
                                                                           (Μετάφραση Ν. Παπαχατζής)

Ο Παυσανίας αναφέρεται διεξοδικά στο περιστατικό εξαιτίας του οποίου αποδόθηκε στον Απόλλωνα το προσωνύμιο ¨επικούριος¨.( VIII,39,3-5) :
Το 659 π.Χ., εννέα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Μεσσηνιακού πολέμου, οι Σπαρτιάτες κυρίευσαν τη Φιγάλεια και οι κάτοικοί της την εγκατέλειψαν για να σωθούν. Απευθύνθηκαν στο μαντείο των Δελφών για να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ανακτήσουν την πόλη τους. Το μαντείο χρησμοδότησε πως θα έπρεπε να πολεμήσουν τους Σπαρτιάτες προσλαμβάνοντας από το γειτονικό Ορεσθάσιο εκατό επίλεκτους πολεμιστές για να βοηθήσουν και οι οποίοι θα σκοτώνονταν όλοι στη μάχη. Όταν οι Φιγαλείς επέστρεψαν στη πατρίδα τους, θέλησαν να ευχαριστήσουν τον Απόλλωνα που τους βοήθησε να γυρίσουν στη πόλη τους. Αφιέρωσαν στο θεό ναό που έκτισαν σ’ ένα φυσικό πλάτωμα της δυτικής πλαγιάς του Κωτιλίου και τον ονόμασαν Επικούριο».
Μετά την επίσκεψή στο ναό του Επικούριου Απόλλωνα, ο Παυσανίας συνεχίζει τη περιήγησή του στο χώρο και συναντά το ναό της Αφροδίτης του Κωτιλίου που στέγαζε το λατρευτικό άγαλμα της θεάς.

Η  ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ
Η λατρεία του Απόλλωνα στη περιοχή των Βασσών, ανάγεται τουλάχιστον από τον 7ο αι. π. Χ. Ο Απόλλωνας λατρευόταν αρχικά ως πολεμικός θεός, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα ευρήματα (πολεμικά όπλα), πιθανόν γιατί συνέδραμε τους Φιγαλείς, ήρθε δηλαδή επίκουρος, στον αγώνα τους κατά των Σπαρτιατών για την ανάκτηση της πόλης το 659 π.Χ.
Φαίνεται όμως σύμφωνα με τη μαρτυρία του Παυσανία –ότι στα κλασικά χρόνια – αυτός ο πολεμικός χαρακτήρας του θεού μετατράπηκε σε χαρακτήρα θεού θεραπευτή. Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει ότι ο θεός έφερε το προσωνύμιο ¨επίκουρος¨ γιατί εμπόδισε την εξάπλωση αρρώστιας (επιδημίας) που έπληξε τον ελλαδικό χώρο στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου.
Σε απελευθερωτική επιγραφή δούλων που βρέθηκε στα ιερά του όρους Κωτίλου, ο Απόλλωνας αναφέρεται με το προσωνύμιο ¨Βασσίτας¨ από τη θέση που ήταν ο ναός του στις Βάσσες.


ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ


Ο ναός είναι περίπτερος, εξάστυλος, δωρικού ρυθμού. Ένα από τα πολλά ιδιόμορφα γνωρίσματά του είναι οι 15 κίονες στη μακριά πλευρά του και όχι 13 που ήταν η κανονική αναλογία για την εποχή εκείνη, που θέλει οι μακριές πλευρές να έχουν διπλάσιο αριθμό κιόνων από τις στενές, συν ένα.
Εκτός από του δωρικού ρυθμού εξωτερική κιονοστοιχία, συνυπάρχουν στην αρχιτεκτονική του και ο κορινθιακός  και ο ιωνικός ρυθμός.                                          Η κρηπίδα του ναού αποτελείται από τρεις βαθμίδες. Ο καθορισμός των ακριβών διαστάσεών της παρουσιάζει δυσκολίες λόγω των μεγάλων καθιζήσεων και αποκλίσεων που έχει υποστεί μέχρι σήμερα ο ναός.
Πάνω στην ανώτερη βαθμίδα κρηπίδας, το στυλοβάτη, εδράζονταν 38 κίονες (οι 36 βρίσκονται σήμερα στη θέση τους). Ένα –όχι συνηθισμένο σε ελληνικούς ναούς- χαρακτηριστικό είναι η διαφορά πάχους μεταξύ των κιόνων. Οι κίονες της βόρειας κιονοστοιχίας είναι πιο χοντροί σε σχέση με τους υπόλοιπους. Ακόμη, η περίσταση του ναού συγκεντρώνει δύο από τα αρχαΐζοντα χαρακτηριστικά του κτηρίου: το πολύ μεγάλο μήκος της κρηπίδας σε σχέση με το πλάτος της και τα μεγαλύτερα μεταξόνια διαστήματα των στενών πλευρών (βόρεια και νότια) έναντι των μακρών (ανατολικά και δυτικά).Όσον αφορά τη διατήρηση του δομικού υλικού στη περίσταση, η κατάσταση που βρίσκονται σήμερα οι κίονες είναι αρκετά καλή, σε αντίθεση με εκείνη της κρηπίδας που παρουσιάζει θραύσεις. Σοβαρότερα προβλήματα παρουσιάζει η κατάσταση των επιστυλίων όπου παρατηρούνται αποκολλήσεις επιφανειακών τεμαχίων, διαμπερείς ρωγμές και θρυμματισμός κυρίως της πάνω επιφάνειάς τους.

ΣΗΚΟΣ

Πολλά ιδιόμορφα στοιχεία συνυπάρχουν στο σηκό. Σε αυτά υιοθετήθηκαν από τον αρχιτέκτονα επιλογές αρχιτεκτονικής σύνθεσης που ήταν τολμηρές και πρωτοπόρες για την εποχή. Στη σχεδίαση του εσωτερικού του ναού χρησιμοποιήθηκαν και οι τρεις ρυθμοί, ο δωρικός, ο ιωνικός και ο κορινθιακός και αυτό τον κάνει να είναι ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα από τους σημαντικότερους της αρχαίας Ελλάδας.
Καταγράφουμε τα επιμέρους στοιχεία της αρχιτεκτονικής του σηκού. Ιωνική κιονοστοιχία με τοιχάρια, τη διαγώνια διάταξη του ζεύγους των νοτιότερων ημικιόνων, τη κορινθιακή κιονοστοιχία, την ανάγλυφη ιωνική ζωφόρο, το διαχωρισμό του κυρίως σηκού από το άδυτο και τη θύρα στον ανατολικό τοίχο.

ΣΤΕΓΗ
Η διακόσμηση του σηκού του ναού με τον κορινθιακό, του ιωνικού ρυθμού κιονοστοιχία και την ιωνική ζωφόρο, οδήγησαν στην άποψη ότι ο κεντρικός χώρος του σηκού ήταν αστέγαστος ώστε να φωτίζεται από το φως της μέρας. Σήμερα δεν αμφισβητείται η άποψη πως υπήρχε δίρριχτη στέγη, την οποία κάλυπτε μαρμάρινη κεράμωση κορινθιακού τύπου. Πρόκειται για ένα σύστημα κάλυψης της στέγης που διαφέρει από τα συνήθη. Στις 17 σειρές κεραμίδων που κάλυπταν τη στέγη του ναού η επίπεδη πλάκα του στρωτήρα είναι συμφυής με τη μικρή δίρριχτη στέγη του καλυπτήρα.
Το έξυπνο αυτό τέχνασμα χρησιμοποιήθηκε για να μειωθεί η δυνατότητα διείσδυσης νερού και ο κίνδυνος αποξήλωσης της στέγης από τους δυνατούς ανέμους που πνέουν στη περιοχή.

ΑΔΥΤΟ
Πίσω από την εγκάρσια κιονοστοιχία με τον κορινθιακό κίονα διαμορφώνεται ένας μικρότερος σε διαστάσεις χώρος σε σχέση με το σηκό, το άδυτο. Ο χώρος αυτός έρχεται σε αντίθεση με το σηκό, δηλαδή, ενώ ο χώρος του κυρίως σηκού είναι πλήρης αρχιτεκτονικών στοιχείων, εκείνος του αδύτου χαρακτηρίζεται από την απόλυτη λιτότητα όσον αφορά τη μορφή του. Το μόνο αρχιτεκτονικό στοιχείο που του προσδίδει μια ιδιαίτερη μορφή σε σχέση με τον κυρίως σηκό είναι η ύπαρξη θύρας στον ανατολικό τοίχο. Η παρουσία μιας δεύτερης εισόδου στο εσωτερικό του σηκού αποτελεί ιδιόμορφη αρχιτεκτονική επιλογή. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η ανατολική θύρα οφείλεται σε θρησκευτικούς λόγους (οι ναοί έχουν προσανατολισμό από τα Α προς τα Δ). Άλλα τη συνδέουν με τη παρουσία του λατρευτικού αγάλματος στο χώρο του αδύτου και πιο συγκεκριμένα προς τη πλευρά του δυτικού τοίχου προς ανάγκη του φωτισμού και της θέασης του αγάλματος.

ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα είναι θεμελιωμένος πάνω σε βραχώδες έδαφος που το προετοίμασαν κατάλληλα ώστε να χτιστεί ο ναός. Έγιναν δηλαδή επιχωματώσεις αλλά και βράχοι απολαξεύτηκαν, ώστε το έδαφος να γίνει επίπεδο. Λόγω της φυσικής κατωφέρειας του εδάφους από τα ανατολικά προς τα δυτικά, ο φυσικός βράχος είναι σχεδόν επιφανειακός στα ανατολικά ενώ στα δυτικά συναντάται σε πολύ μεγαλύτερο βάθος. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η ευθυντηρία του ναού στα ανατολικά του ναού να εδράζεται σχεδόν απ’ευθείας στο βράχο επάνω, χωρίς τη παρουσία θεμελίωσης. Αντίθετα στα δυτικά χρειάστηκε να κατασκευαστεί μεγάλη θεμελίωση έως το επίπεδο που είναι ο φυσικός βράχος. Το ίδιο έγινε και στη θεμελίωση του σηκού και συγκεκριμένα στους τοίχους του.
Η θεμελίωση του δυτικού πτερού είναι εκείνη που παρουσιάζει περισσότερα στατικά προβλήματα. Μεγάλες δηλαδή καθιζήσεις οι οποίες έχουν ως συνέπεια, η δυτική κιονοστοιχία του ναού να αποκλίνει σε μεγάλο βαθμό από τη κατακόρυφο.

ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ναού είναι ο προσανατολισμός του από Βορρά προς Νότο σε αντίθεση με τους περισσότερους αρχαίους ναούς που είναι από Ανατολικά προς Δυτικά. Ο προσανατολισμός αυτός επιβλήθηκε λόγω της συγκεκριμένης θέσης που κτίστηκε. Κατά άλλη άποψη, ίσως, λόγω της πανάρχαιης λατρείας του Απόλλωνα ως ¨Υπερβόρειου¨, ως θεού δηλαδή που έρχεται πέρα από τις χώρες του Βορρά, την άνοιξη, ορίζοντας τη περίοδο της ανθοφορίας και καρποφορίας της γης και επιστρέφει στις χώρες αυτές το φθινόπωρο. Άλλοι ναοί με αυτό το προσανατολισμό υπάρχουν στη Πελοπόννησο όπως ο ναός της Αθηνάς στην Αλίφειρα, της Αθηνάς Σωτείρας και του Ποσειδώνα στην Ασέα (αρχαία πόλη της Αρκαδίας) και στο δωρικό ναό στο Πρασιδάκι (κοντά στο Λέπρεο Ηλείας).  
ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΝΑΟΥΣ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα χτίστηκε το τελευταίο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ. (420-400 π.Χ.). Διαθέτει κοινά χαρακτηριστικά με τους σύγχρονους ναούς δωρικού ρυθμού της Αττικής, του δεύτερου μισού του 5ου αι. π.Χ. (κιονοστοιχίες στις τρεις πλευρές του σηκού), όπως ο σηκός στο Θησείο (449-444 π.Χ.) και του Παρθενώνα (447-432 π.Χ.).
Ο αρχιτέκτονας του ναού διατηρεί πολλά αρχαϊκά χαρακτηριστικά. Η ασυνήθης αναλογία των κιόνων της πρόσοψης με αυτούς των μακρών πλευρών του και η υπερβολικά στενόμακρη κάτοψη της περίστασης, παραπέμπουν στο πρότυπό του, το μεγάλο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς (6ος αι. π.Χ.).
Είναι πιθανό η προσπάθεια εξισορρόπησης αντιθετικών στοιχείων στην αρχιτεκτονική του ναού να υποδηλώνει ότι ο Ικτίνος ανέλαβε την ευθύνη να συνεχίσει ένα οικοδόμημα με ήδη κατασκευασμένη θεμελίωση και κρηπίδα και κατά συνέπεια με δεδομένες τις βασικές διαστάσεις της περίστασης και του σηκού. Κλήθηκε να μετατρέψει ένα ναό που ήταν ήδη σε φάση κατασκευής με στοιχεία αρχαϊκής περιόδου σε ναό κλασσικής περιόδου χρησιμοποιώντας έξυπνα τεχνάσματα, ώστε να καταλήξει σε ένα επιτυχές αποτέλεσμα μίξης του νέου και του παλαιού.


 Ο ΕΥΡΥΤΕΡΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΣΤΙΣ ΒΑΣΣΕΣ
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες, οι δύο ναΐσκοι στο Κώτιλο (ναός Αφροδίτης, ναός Άρτεμης) και η πηγή στους πρόποδες του όρους πιθανόν συναποτελούν στοιχεία ενός ιερού, που ιδρύθηκε σε διαφορετικές θέσεις του όρους Κωτιλίου.. Το Κωτίλιο ανήκει στον ορεινό όγκο του Λυκαίου, ιερού όρους των αρχαίων Αρκάδων. Χαρακτηριστικό του ιερού αυτού χώρου που καλύπτει σημαντική έκταση (750 Χ 350 μ.), είναι ότι δεν ορίζεται από περίβολο.
Στα τέλη του 7ου αι. π.Χ. μαζί με την ίδρυση του πρωϊμότερου ναού του Απόλλωνα, κτίζεται και ο ναός της Άρτεμης του Κωτίλου. Δεν αποκλείεται να εντάσσονται σε ένα ευρύτερο οικοδομικό πρόγραμμα. Πάντως ακολουθούν μια διαφορετική εξελικτική πορεία, χωρίς να αποκλείονται και οι μεταξύ τους σχέσεις, μέχρι του 3ου αι. π,Χ. οι δύο μικροί αυτοί ναοί εγκαταλείπονται, αφήνοντας το ναό του Απόλλωνα να συνεχίσει τη πορεία του ως τα ρωμαϊκά χρόνια.


ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τις πληροφορίες τις πήρα από το βιβλίο
                                 Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα 
                        ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Υπουργείο Πολιτισμού- Επιτροπή Συντηρήσεως Ναού Επικουρίου Απόλλωνα
                                    Καλή Τζώρτζη (αρχαιολόγος /  Ε.Σ.Ν.Ε.Α.)  

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010

Ελευσίνια Μυστήρια

ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ



Τελετή που γιόρταζαν οι Αθηναίοι κάθε χρόνο προς τιμή της θεάς Δήμητρας και θεάς Περσεφόνης (Μητέρας και Κόρης). Θεωρούνται ως τα κλασικά  Μυστήρια στην αρχαία Ελλάδα.

Κράτησαν περίπου δύο χιλιάδες χρόνια και το τέλος τους ήρθε τον 5ο αιώνα μ.Χ. όπως αναφέρει ο ιστορικός και βιογράφος Ευνάπιος. Ο ίδιος είχε μυηθεί από τον τελευταίο Ιεροφάντη που είχε ορίσει ο αυτοκράτορας Ιουλιανός για να αποκαταστήσει την παραμελημένη θρησκεία των Ελλήνων. Αυτόν τον Ιεροφάντη τον διαδέχτηκε ο τελευταίος αρχιερέας ο οποίος είχε σφετεριστεί το αξίωμα αυτό.

Ο Ευνάπιος αναφέρει στη βιογραφία του, πως ο Ιεροφάντης που τον μύησε, του είχε προφητέψει πως τη θέση του θα πάρει κάποιος που ήταν μυημένος σε άλλη θρησκεία και ότι δεν έπρεπε να πλησιάσει το θρόνο του Ιεροφάντη. Επίσης ότι δεν θα ήταν Αθηναίος. «Ο άντρας αυτός από τις Θεσπιές που είχε το βαθμό του Πατέρα στα Μυστήρια του Μίθρα, έγινε Ιεροφάντης. Το όνομά του ήταν Αλάριχος, (βασιλιάς των Γότθων το 396 μ.Χ.) και ήρθε με τους βαρβάρους του και ξεχύθηκε από το στενό των Θερμοπυλών σαν να κατέβαινε ένα στίβο, ένα πεδίο ποδοπατημένο από άλογα. Οι πύλες της Ελλάδας είχαν ανοίξει εξαιτίας της ασέβειας εκείνων, που φορώντας τα μελανά τους ενδύματα, εισήλθαν μαζί του ανεμπόδιστα…». (Οι βάρβαροι με τα μελανά ενδύματα ήταν μοναχοί).

Οι Ιεροφάντες (=αρχιερείς των Μυστηρίων) έπρεπε να κατάγονται από την οικογένεια των Ευμολπιδών. Ο Εύμολπος, πρόγονός τους, είναι ¨αυτός που τραγουδά όμορφα¨. Στη πραγματικότητα ήταν ο ιερέας που η φωνή του αντηχούσε κατά τις τελετές στις ιερές νύχτες.

Ένα άλλο γένος ιερέων ήταν οι ¨Κήρυκες¨ που κατάγονταν από το Κήρυκα, γιο του Ερμή. Από αυτό το γένος ορίζονταν ο Δαδούχος, ο δεύτερος ιερέας των Μυστηρίων, γνωστός και ως ο ¨κομιστής της Δάδας¨, ¨ο Ιεροκήρυκας¨, ο ¨Κήρυκας των τελετών¨ και ο ιερέας που ιερουργούσε στο βωμό.

Παλαιότερα η Ελευσίνα ονομάζονταν ¨Σαισαρία¨. Σαισαρία λέγονταν μία Ελευσίνια ηρωίδα.

                                                     ***

Τα Ελευσίνια μυστήρια χωρίζονταν στη ¨μύηση¨ και στην ¨εποπτεία¨. Η μύηση γίνονταν στις όχθες του Ιλισού ενώ η εποπτεία στην Ελευσίνα.

Η μύηση αφορούσε ότι έχει σχέση με το σώμα ενώ η εποπτεία ότι αφορά το πνεύμα.

Τελούνταν το μήνα Βοηδρομιώνα (=αρχαίος μήνας του αττικού ημερολογίου που αντιστοιχούσε με το σημερινό ημερολόγιο μεταξύ 15 Αυγούστου-15 Σεπτεμβρίου).

Στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. οι οργανωτές των μεγάλων Μυστηρίων στην Ελευσίνα, οι Ευμολπίδες και οι Κήρυκες, θεώρησαν ότι οι τελετές έξω από τα τείχη της Αθήνας, στις όχθες του Ιλισού ποταμού, αποτελούσαν απαραίτητη προετοιμασία για τις δικές τους.

                                                   ***

ΜΙΚΡΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ

Τελούνταν στις Άγρες (=Άγρες σημαίνει κυνηγότοπος της Άρτεμης της Κυνηγού) το μήνα Ανθεστηριώνα.(= ο όγδοος μήνας του αττικού ημερολογίου που αντιστοιχούσε στο δεύτερο 15νθήμερο του Φεβρουαρίου και το πρώτο του Μαρτίου). Οι μυημένοι δεν γίνονταν δεκτοί το ίδιο έτος αλλά το επόμενο και το μήνα Βοηδρομιώνα. Ήταν μία αναπαράσταση της γιορτής του Διονύσου.

Πριν τη μύηση έπρεπε να καθαρθούν. Έκαναν μπάνιο στα παγωμένα νερά του Ιλισού, όπου ήταν πολύ και κρύο το νερό το μήνα Φεβρουάριο. Ο Ιεροφάντης ήταν ντυμένος ως Διόνυσος. Ο πρώτος Ιεροφάντης –αρχιερέας, ήταν ο Έυμολπος.

Θυσίαζαν ένα ζώο, κατά προτίμηση χοίρος όπου ήταν το ζώο της Δήμητρας. Με τα χέρια τους να στάζουν το αίμα του χοίρου οι θυσιάζοντες έκαναν προσευχή στο Δία και κατόπιν εξαγνίζονταν με αναίμακτη θυσία. Το ζώο πέθαινε στη θέση του μυημένου. Ύστερα το έψηναν και το έτρωγαν. Τότε πίστευαν πως μπορούσε ο μυημένος να ακούσει αυτά που προηγουμένως δε μπορούσε (υπονοούσαν τους μύθους που πριν δε μπορούσαν να ακούσουν ως νέοι). Αυτό το έκαναν πρώτο, αφού το ζώο το είχαν πλύνει πρώτα στη θάλασσα ή με θαλασσινό νερό. Ύστερα ο Ιεροφάντης έριχνε κάποιο υγρό στο ζώο και στο αριστερό του χέρι κρατούσε ένα δίσκο με παπαρούνες, το άνθος της Δήμητρας.

Οι μυημένοι που πριν είχαν κάνει φόνο είχαν επιπλέον τελετές. Σ’ αυτή τη περίπτωση (όπως βλέπουμε το καθαρμό του Ηρακλή σε μία τεφροδόχο) έμπαινε ο Δαδούχος, ο δεύτερος ιερέας μετά τον Ιεροφάντη και τότε έσφαζε ένα κριάρι, στο δέρμα του οποίου κάθονταν οι πιο αμαρτωλοί.

Υπήρχαν και δύο ιέρειες. Πάνω από το κεφάλι του ο μυημένος κρατούσε ένα λιχνιστήρι, εργαλείο όπου κοσκίνιζαν το σιτάρι  και μέσα στο οποίο μετέφεραν τα αντικείμενα της διονυσιακής τελετής: φαλλό και προσωπείο. Σε τέτοια καλάθια τοποθετούσαν τα νήπια, θεϊκά ή θνητά, γιατί τα θεωρούσαν σαν το σιτάρι, ήταν ο  σπόρος του μέλλοντος. Το λίκνον, το λιχνιστήρι, έφερνε στο νου τόσο το καθαρμό όσο και τη νηπιακή κατάσταση στην οποία επέστρεφε ο μυημένος.

Η θεά Δήμητρα κάθεται μπροστά από τα μυστικά αντικείμενα. Το κάθισμά της είναι μεγάλο και στρογγυλό όπου καλύπτει τα αντικείμενα. Τώρα ο μυούμενος αφού έχει καθαρθεί μπορεί να τα δει και να δεχθεί τις οδηγίες του τι πρέπει να μάθει. Γύρω από το καλάθι βρίσκεται ένα φίδι (διονυσιακό στοιχείο). Το καλάθι προσφέρεται στο μυούμενο. Ο μυούμενος Ηρακλής σηκώνει το δεξί του χέρι που σημαίνει ότι είναι έτοιμος για τη μύηση, αλλά όχι η ίδια η μύησις.

                                                   ***

ΚΟΣΤΟΣ ΜΥΗΣΗΣ

Για μια ομάδα δούλων θυσιάζονταν ένα αρνί ως προκαταρκτική προσφορά, ένα ακόμη αρνί στη Δήμητρα και ένα αρνί στη Περσεφόνη. Τις εργασίες της μύησης έκαναν οι δούλοι αλλά όχι αμύητοι. Έπρεπε να μυηθούν πέντε άντρες για να ανοίξει το Τελεστήριο,

ΠΟΜΠΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΣΙΝΑ 

16η ημέρα του μήνα Βοηδρομιώνος (μέσα Σεπτεμβρίου). Ακουγόταν η κραυγή «Μύστες στη θάλασσα». Όπως λούζονταν στον Ιλισό τώρα λούζονταν στη θάλασσα. Λόγω της σχέσης που είχαν με τις θεές της θάλασσας, οι μύστες απαγορεύονταν να φάνε και ορισμένα ψάρια. Το είχαν οργανώσει οι Επιμελητές λόγω του μεγάλου αριθμού των μυημένων αυτό το κοινό καθαρμό και αντί να γίνεται κάθαρση με νερό γίνονταν ομαδικό λουτρό στη θάλασσα.
17η ημέρα. Οι χωρικοί πρόσφεραν στη Δήμητρα και τη Περσεφόνη ένα θηλυκό χοίρο. Πιθανόν οι μύστες να είχαν θυσιάσει το ζώο και κάθονταν τώρα (οι μύστες) πάνω στο δέρμα του ζώου σιωπηλοί.
18η ημέρα. Ενώ υπήρχε πομπή στους δρόμους προς τιμή του Ασκληπιού, οι μύστες παρέμεναν στο σπίτι. Πίστευαν πως ο θεός του κάτω κόσμου εκείνη την ημέρα έπαιρνε μία ευγενική μορφή, λαμβάνοντας τη μορφή της ¨ίασης¨. Ήταν ημέρα που η Δήμητρα και η Περσεφόνη είχαν λάβει από τη προηγούμενη τη θυσία του ζώου και προσέφεραν οι χωρικοί στο Διόνυσο ¨χοή¨ (=συνήθως ήταν κράμα από μέλι-κρασί –νερό). Οι μυημένοι μάλλον τότε ετοίμαζαν τον ¨κυκεώνα¨ και έμεναν στα σπίτια τους. Ίσως γιατί η Δήμητρα πενθούσε τότε και απείχε από τη γιορτή του κρασιού. Γι’ αυτό και απείχαν από τη γιορτή αυτή του κρασιού που ονομάζονταν και ¨τρυγητός¨.
19η ημέρα. Ήταν η πρώτη μέρα της γιορτής που ονομάζονταν ¨Τα Μυστήρια¨. Τώρα άρχιζαν τα Μυστήρια. Τα προηγούμενα ήταν προετοιμασίες. Ονομαζόταν και ¨αγυρμός¨ (= συνάθροιση). Οι μυημένοι μαζεύονταν το πρωί από τη βραδινή πομπή και ξεκινούσαν για την Ελευσίνα. Περνούσαν την ¨οδό των κεραμέων¨, έβγαινε από την Ιερά Πύλη και προχωρούσαν στην Ιερά Οδό προς την Ελευσίνα.
20η ημέρα. Ξεκινούσε από το απόγευμα και την ιερή νύχτα. Από τη στιγμή που συγκεντρώνονταν οι μύστες ίσχυε ο νόμος της σιγής. Οι μύστες είχαν φέρει τα ιερά αντικείμενα πριν από πέντε ημέρες από την Ελευσίνα στην Αθήνα τα οποία όμως δε γνωρίζουμε τι ήταν. Οι ιέρειες τα κουβαλούσαν μέσα σε καλάθια πάνω στα κεφάλια τους παρά μόνο ότι αυτοί που τα μετέφεραν σταματούσαν στην ¨ιερά συκήν¨. Κάποιος λόγος υπήρχε για το σημείο αυτό. (Τα ιερά αντικείμενα , όταν τα έφερναν στην Αθήνα τα πήγαιναν στο ¨Ελευσίνιο¨ και τελικά τα επέστρεφαν με τη πομπή στην Ελευσίνα). Στα μαλλιά τους οι μυημένοι φέρουν κλαδιά μυρτιάς αλλά και στα χέρια. Η μυρτιά κάποιο ρόλο έπαιζε σαν φυτό γιατί κουβαλούσαν δεμάτια μυρτιάς στη μύηση. Οι μύστες ίσως ήξεραν ότι έπαιξε ρόλο στην απαγωγή της Περσεφόνης γιατί έκτοτε συσχετιζόταν με το γάμο. Όταν προχωρούσαν τη νύχτα είχαν δαυλούς και φώναζαν : ¨Ιακχος¨ όπου υπήρχε και άγαλμα του θεού. Ο Ίακχος ήταν μια άλλη μορφή του Διονύσου.
Οι μύστες είχαν ραβδιά προσκυνητών και φορούσαν μαύρα ενδύματα για να φαίνονται ¨φτωχότεροι¨ και περιπλανώμενοι, στα ίχνη των θλιμμένων θεαινών. Τα λευκά ενδύματα εισήχθησαν το 168 μ.Χ. και ίσως να ήταν μια επιρροή από την Αίγυπτο, λατρεία της Ίσιδας. Οι γυναίκες φέρουν στα κεφάλια τους δοχεία με το κυκεώνα ενώ οι άντρες έχουν στα χέρια τους κανάτια, τα οποία σίγουρα δεν ήταν για να πίνουν κρασί. Ήταν ένα είδος πομπής πνευμάτων, αλλά υπήρχε άκρα μυστικότητα. Αν δεν υπήρχε μυστικότητα θα είχαμε περισσότερες λεπτομέρειες. Στο Κηφισό υπήρχε μια γέφυρα όπου τη πομπή τη περίμεναν οι ¨γεφυρισμοί¨(αστεία, πειράγματα, κοροϊδίες). Τα πειράγματα τα έκανε μια εταίρα ή ένας άντρας ντυμένος γυναίκα.
Τη μέρα εκείνη έπιναν και το κυκεώνα. Το επεισόδιο αυτό γίνονταν για να ανακουφιστούν οι μύστες από το θρήνο τους. Στο αριστερό πόδι και το δεξί κάθε μυημένου έδεναν μία κλωστή. Μετά άρχιζαν να φωνάζουν ¨Ιακχος¨( Αυτό γίνονταν για εξαγνισμό και για προφύλαξη από τα κακά). Μέσα στα καλάθια με τα άνθη που κουβαλούσαν οι γυναίκες πρέπει να ήταν ένας ή περισσότεροι ¨φαλλοί¨, ίσως για κάποια τελετή που σταματούσαν στη συκιά. Στη γέφυρα έλεγαν και το σύνθημα -όπως διασώζεται εν συντομία-, όσα όφειλαν να κάνουν πριν γίνουν δεκτοί στην ¨εποπτεία¨: «Νήστευσα, ήπια το κυκεώνα, πήρα πράγματα από το μεγάλο καλάθι, και αφού ολοκλήρωσα μία τελετή, τα έβαλα στο μικρό καλάθι, από όπου τα ξαναέβαλα πίσω στο μεγάλο καλάθι». Το μεγάλο καλάθι είναι η ¨μυστική κίστη¨ και το μικρό καλάθι η ¨κάλαθος¨. Η κάλαθος ίσως να ήταν της Κόρης και να ήταν για τα άνθη που μάζευε όταν την απήγαγαν ή για το μαλλί που έγνεθε όταν την απήγαγε ο Άδης.
***

ΟΤΑΝ ΕΦΤΑΝΑΝ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΣΙΝΑ
Τελικά η πομπή έφτανε στο ιερό της Ελευσίνας και αφού παραδίδονταν στον Ιεροφάντη τα ιερά για να κατατεθούν πάλι στο Τελεστήριο, οι μύστες πήγαιναν να πλυθούν σε μία κρήνη που βρισκόταν στο ιερό μπροστά ή στο νερό του ¨Καλλιχόρου Φρέατος¨. Σε αυτό το πηγάδι υποτίθεται ότι είχε καθίσει η Δήμητρα. Ύστερα πήγαιναν να ξεκουραστούν.
Τη νύκτα της έκτης προς την έβδομη ημέρα, οι μύστες έμεναν στην Ελευσίνα και μετά στο Τελεστήριο. Όταν τους μυούσαν στην Ελευσίνα, τα Ελευσίνια Μυστήρια τα ονόμαζαν ¨εποπτεία¨.
Την έβδομη μέρα όσοι είχαν μυηθεί γυρνούσαν στην Αθήνα.
Η όγδοη μέρα τα ¨επιδαύρια¨, ήταν πρόσθετη και την είχαν βάλει για όσους δε μπόρεσαν να έρθουν έγκαιρα στη τελετή.
Η ενάτη και τελευταία ημέρα λεγόταν ¨πλημοχόαι¨ από ένα αγγείο που λεγόταν πλημοχόη, γιατί δύο τέτοια αγγεία τα γέμιζαν νερό και κρασί και το έχυναν ανατολικά και δυτικά λέγοντας διάφορες ρήσεις.

ΠΡΟ ΤΩΝ ΠΥΛΩΝ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΧΩΡΟΥ
Μπαίνουμε στον Ιερό περίβολο της Ελευσίνας από την Ιερά Οδό, όπως έρχονταν οι Αθηναίοι κατά την αρχαιότητα.
Υπήρξε εξωτερική αυλή (Μεγάλα Προπύλαια) και η εσωτερική. Στην εσωτερική λάμβαναν οι Ελευσίνιοι τη πρώτη μύηση, ενώ παλαιότερα προτού τα τελεστήρια των Αγρών αναγνωριστούν και συνδεθούν με τα Ελευσίνια το λάμβαναν και οι Αθηναίοι.
Βλέπουμε το ιερό πηγάδι όπου κάθισε η θεά Δήμητρα κάποτε να ξεκουραστεί. Ήταν ένας ιδιαίτερος χώρος δίπλα στον ιερό περίβολο, κοντά στα Μεγάλα Προπύλαια. Οι μυημένοι απαγορεύονταν να καθίσουν (όπως είχε καθίσει η Θεά) και η απαγόρευση αυτή ανάγεται στην αρχαϊκή περίοδο όταν οι μύστες χόρευαν γύρω από το πηγάδι, μιμούμενοι το θρήνο της Μεγάλης Θεάς λεπτομερώς. Την εποχή των Αντωνίνων (Αντωνίου Πίου και Μάρκου Αυρηλίου Αντωνίνου) υπήρχε μία στέρνα με τρεχούμενο νερό.
Aνάμεσα στο κατώφλι των Μεγάλων Προπυλαίων και το κατώφλι του Ιερού, του Τελεστηρίου, ίσχυαν πιθανώς διαβαθμίσεις στη μυστικότητα. Λίγο μετά τα Μεγάλα Προπύλαια υψωνόταν μία στενότερη είσοδος, τα Μικρά ή Εσωτερικά Προπύλαια. Μάλλον θα ονομάζονταν ¨εσωτερική πύλη¨, αν και αναγραφόταν «Πρόπυλον».
Ας ακολουθήσουμε τη πομπή μέσα από το πέρασμα. Κρατώντας από μία δάδα σε κάθε χέρι , ο Δαδούχος, ο δεύτερος ιερέας της τελετής, μάλλον φώτιζε όταν έπεφτε η νύχτα το δρόμο καθώς η πομπή ανέβαινε. Ο οδηγός των μυστών, ο ¨μυσταγωγός¨, δεν είχε ανώτερο βαθμό στο Ελευσίνιο Ιερατείο. Σε μια αγγειογραφία βλέπουμε το Δαδούχο να προπορεύεται νεαρών ανδρών καθ’ οδόν για την ¨εποπτείαν¨. Γνωρίζουμε ότι όταν συγκεντρώνονταν οι μύστες στη ¨Ποικίλη Στοά¨ των Αθηνών ιερουργούσε μαζί με τον Ιεροφάντη. Παρ’ όλο ότι δεν απεικονίζεται κάπου, στη τελετή να είναι όλοι οι ιεράρχες, σίγουρο είναι ότι στη πομπή έπαιρναν μέρος όλοι, Ιεροφάντης, Δαδούχος, Ιεροκήρυκας και ιέρειες που προηγούνταν των υπολοίπων. ‘Όταν έφταναν στο ¨ορχηστήριο¨ έξω από τα τείχη του ιερού περιβόλου, ο Δαδούχος είχε το πρωτεύοντα ρόλο.
Η Ελευσίνα όπως και οι Δελφοί είχαν το δικό τους ¨ομφαλό¨ που έπαιζε κάποιο λατρευτικό ρόλο. Η θέση του ήταν στο σπηλαιώδες χάσμα που ήταν η είσοδος του Κάτω Κόσμου, το ¨Πλουτώνιο¨. Η χρήση του όρου ¨ομφαλός¨ για τόπο λατρείας προέρχεται από την αρχαία Ανατολή που συμβόλιζε το ¨δεσμό μεταξύ ουρανού και γης¨. Αυτό για τους Δελφούς. Στην Ελευσίνα είχε το ¨δεσμό του Κάτω Κόσμου με τη γη¨. Στο ¨Πλουτώνιο¨ η πομπή και οι χορευτές μετατρέπονταν σε γιορταστικό όμιλο. Ένα μυημένο αγόρι υπό τη καθοδήγηση των ιερέων αναλάμβανε ρόλο. Παριστάνεται να περπατά πίσω από μια ιέρεια χωρίς καλάθι. Το αναφέρουν ως ¨παις αφ’ εστίας¨, το ¨αγόρι της εστίας¨ που είχε κληρωθεί από αριστοκρατική οικογένεια της Αθήνας και είχε μυηθεί με έξοδα του κράτους. Το παιδί έπρεπε να αναπαραστήσει ακριβώς τις καθορισμένες ιεροπραξίες εκ μέρους του εορταστικού ομίλου συγκινώντας τη θεά για να παραχωρήσει το όραμα που θα έβλεπαν οι μύστες στο Τελεστήριο.

ΣΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ (ΤΕΛΕΣΤΗΡΙΟΥ)
Οι μύστες κατευθύνονται προς το Τελεστήριο, που δεν έμοιζε με κανένα άλλο ελληνικό ναό. Το κτίριο είχε στέγη με κορυφή που άνοιγε ώστε κατά την ιερή νύχτα –την 19η μήνα Βοηδρομιώνα- μια μεγάλη φωτιά και καπνός έβγαινε από εκεί «λύνοντας τη μυστικότητα» των Μυστηρίων. Το Τελεστήριο ήταν έργο του Ικτίνου.

ΣΤΟ ΤΕΛΕΣΤΗΡΙΟ
Τη πομπή αποτελούσαν μύστες των Μικρών Μυστηρίων. Έτσι δεν πήγαιναν όλοι στο Τελεστήριο. Αλλά και σαν χώρος δεν ήταν μεγάλος. Εισέρχονταν μόνο όσοι είχαν προετοιμαστεί με νηστεία και ειδικές θυσίες. Είχαν νηστέψει για εννέα ημέρες. Τη δέκατη ακολουθούσαν τη πομπή και έπιναν το κυκεώνα καθ’ οδόν.
Ξεκινώντας νωρίς το πρωί έφταναν στο κατώφλι του ιερού μέσα στη νύχτα. Δεν ήταν αυτός όμως ο στόχος τους. «Αν δεν φτάσεις στο Ανάκτορο δεν έχεις μυηθεί» (ρήτορας Μάξιμος από τη Τύρο, ΧΧΧΙΧ 3). Η λέξη ¨Ανάκτορον¨ αναφερόταν σε ολόκληρο το κτίριο όπου εισέρχονταν οι μύστες. Μέσα στο μεγάλο κτίριο, το Τελεστήριο, ήταν ο θρόνος του Ιεροφάντη όπου ήταν ακριβής και προσανατολισμένη η θέση του καθώς κάθονταν ή στέκονταν όρθιοι μπροστά του. Ο θρόνος στραμμένος προς μία πόρτα δεξιά του Ανακτόρου έδειχνε προς τα εκεί. Άρα τι σημαίνει ¨Ιεροφάντης¨; Αυτός που δείχνει. Άρα ότι εμφάνιζε θα ήταν από εκεί αφού οι άλλες πλευρές του θρόνου είχαν παραπετάσματα. Δεν έπρεπε κιόλας να αποσπάται η προσοχή του.
Ο κόσμος ερχόμενος έκανε φασαρία αλλά σταματούσε να μιλά όταν άρχιζε η ιεροπραξία. Ο Δαδούχος φώτιζε με δύο δάδες το σκοτεινό μέρος που ήταν πυκνό από κολόνες αλλά και επειδή ήταν νύχτα. Το μικρό κτίριο με τα μυστικά του πιθανώς άνοιγε με ένα λόγο του Ιεροφάντη. Πρόβαλε ένα δυνατό φως και η φωτιά φούντωνε. Η φωτιά ίσως να ήταν από ξύλα ελάτου ή κλαδιά αμπέλου. Αυτό το φως δεν ήταν το αναμενόμενο, το ιερό. Από το άνοιγμα στη σκεπή του Τελεστηρίου που ήταν σαν καπνοδόχος, έβγαινε φωτιά και καπνός. Από αναφορές που υπάρχουν (χριστιανός λόγιος ονόματι Ιππόλυτος) μας αναφέρει πως « ο Ιεροφάντης ιερουργούσε τη νύχτα με δυνατή φωτιά. Τελώντας τα μεγάλα και άρρητα μυστήρια, ο Ιεροφάντης ανακοίνωνε με δυνατή φωνή: ¨Η Δέσποινα γέννησε ιερό αγόρι, η Βριμώ γέννησε το Βρίμο!¨. Δηλαδή η Δυνατή γέννησε τον Δυνατό (Βριμώ και Βρίμος συναντούνται στη Βόρεια Ελλάδα. Βριμώ σήμαινε αρχικά τη βασίλισσα της επικράτειας των νεκρών). Φαίνεται ότι τα λόγια του Ιεροφάντη αποκάλυπταν πως οι τάφοι στην Ελευσίνα φανερώνουν ότι επικρατούσε η καύση των νεκρών, όχι όμως αποκλειστικά. Όσοι καίγονταν κατέβαιναν στη γη κατευθυνόμενοι από τη θεά Δήμητρα στη Περσεφόνη. Άρα θα τους πήγαινε από τη νεκρική πυρά στη κατοικία της στον Άδη. Ανακοινωνόταν από τον Ιεροφάντη πως η ίδια η βασίλισσα των νεκρών είχε γεννήσει μέσα στη φωτιά ένα ισχυρό γιο. Η μυθολογία έχει παραδείγματα, όπως ο Διόνυσος γεννήθηκε μέσα σε αστραπές που κατέκαψαν τη Σεμέλη, αν και είχε γεννηθεί πρόωρα, ο Δίας τον ξαναγέννησε. Ο Ασκληπιός γεννήθηκε στη νεκρική πυρά της Κορωνίδας.
Η γέννηση μέσα από το θάνατο ήταν εφικτή και ήταν εφικτή και για τους θνητούς που πίστευαν στη θεά. Αυτό ήταν το μήνυμα που κύρηττε η Δήμητρα στη Ελευσίνα όταν έβαλε το Δημοφώντα στη φωτιά για να τον κάνει αθάνατο. Καλούσαν επίσης τη θεά του Κάτω Κόσμου. Γνωρίζουμε πριν από τρεις μήνες στα Λήναια ο Δαδούχος συγκέντρωνε τους Αθηναίους για να καλέσουν τον ¨Ίακχο¨, το γιο της Σεμέλης και εκείνοι τον επικαλούνταν (σχόλιο του Αριστοφάνη στο έργο του ¨Βάτραχοι¨). Ο Ιεροφάντης όμως στην Ελευσίνα τους προέτρεπε να επικαλεστούν τη Κόρη. Κτυπούσε το ¨ηχείον¨ ένα όργανο σαν γκονγκ, με ήχο σαν να πέφτει κεραυνός. Άρχιζε η ¨εποπτεία¨. Έβλεπαν τα απόρρητα.
‘Ένα όραμα της χθόνιας θεάς προβάλλει μέσα από παπύρους. Σε δεύτερο στάδιο –άγνωστο μετά από πόσο χρόνο- ο Ιεροφάντης σιωπηλός, μέσα σε απόλυτη ησυχία, εμφάνιζε ένα θερισμένο στάχυ. Όλοι όσοι είχαν ¨δει¨ επέστρεφαν μετά από αυτό το θέαμα αυτό του συγκεκριμένο αντικειμένου, σαν να επέστρεφαν από τον άλλο κόσμο στο κόσμο των απτών πραγμάτων, συμπεριλαμβανομένου του σταριού. Το στάχυ ήταν ένα απλό στάχυ. Ίσως όμως να συνόψιζε για τους επόπτες τα όσα η Δήμητρα και η Περσεφόνη είχαν χαρίσει στην ανθρωπότητα, η Δήμητρα τη τροφή και το πλούτο και η Περσεφόνη τη γέννηση μέσα από το θάνατο. Για όσους είχαν δει τη Κόρη στην Ελευσίνα αυτό δεν ήταν απλά μια μεταφορά, αλλά το αναμνηστικό μιας συνάντησης όπου η θεά του Κάτω Κόσμου παρουσιαζόταν σε ένα ¨όραμα μακαριότητας¨.
Στη περίπτωση της μυήσεως αναφέρεται ότι κάτι «δείχνεται». Το άνοιγμα των ματιών σημαίνει ότι η Δήμητρα χάρισε το φως σε ένα «τυφλό» στην Ελευσίνα. Οποιοσδήποτε ¨τυφλός¨ έβλεπε το φως του στην Ελευσίνα και αυτό οφείλονταν στη θεά Δήμητρα. Η Περσεφόνη ήταν το αντικείμενο του οράματος (υπάρχει αναθηματικό ανάγλυφο του Ευκράτη που υποδηλώνουν αυτά τα συμπεράσματα των μελετητών. Οι μαρτυρίες φανερώνουν έμμεσα ότι το μεγάλο ¨όραμα¨, το ¨όραμα της μακαριότητας¨, ήταν ορατό με ανοικτά μάτια, σαρκικά μάτια. Πρόκειται για μια όραση με ανοιχτά μάτια.
Η Περσεφόνη θεωρείτο και θεά της φωτιάς. Την επικαλούσαν μαζί με το θεό Ήφαιστο μερικές φορές. Η φωτιά μεταμορφωνόταν σε αγαθοεργία και γι’ αυτό ο Ιεροφάντης γιόρταζε ¨υπό τη φωτιά¨. Μέσω της δύναμής της το κακό στοιχείο, η φωτιά μεταμορφωνόταν σε αγαθοεργό στοιχείο. ¨. Ο εκούσιος θάνατος στη φωτιά, για πολλές θρησκείες ( π.χ. Ινδούς), ήταν μια θυσία μακαριότητας, την οποία πίστευαν πως θα πήγαιναν αμέσως στο ¨κόσμο των θεών¨ γιορτάζοντας την αθανασία μέσα στη φωτιά (υπάρχουν μαρτυρίες σε έργα). Η φωτιά στο Τελεστήριο ήταν απλά ένα πύρινο παραπέτασμα και για τον έξω κόσμο μια ανακοίνωση του ¨μακάριου συμβάντος¨ που είχε λάβει χώρα μέσα στο εσωτερικό του Τελεστηρίου. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στο χριστιανισμό με τη μεταλαμπάδευση της φλόγας της Ανάστασης που βγάζει ο ορθόδοξος Πατριάρχης το «φως» από το Πανάγιο Τάφο. Όλοι είναι περιχαρείς και ψάλλουν το «Χριστός Ανέστη».Όλοι περιφέρονται, ιερείς και μη –όπως και στα Ιεροσόλυμα- γύρω από το τάφο του Αναστημένου Χριστού (σχόλιο του συγγραφέα Cαrl Kerenyi).
Υπήρχε ένα δέος από πλευράς των μυημένων για το δώρο της Δήμητρας. Το στάρι και η ελπίδα για μεταθανάτια ζωή.
Τα μυστήρια αφορούσαν να βρει ο άνθρωπος μέσω της εναγώνιας αναζήτησης, τον εαυτό του και να αποκτήσει ταυτότητα. Ήταν μεγάλη βέβαια και η χαρά του που η Περσεφόνη γυρνούσε από τον Άδη.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΚΥΚΕΩΝΑ
Αρχίζουμε με το σύνθημα. Το σύνθημα μαρτυρούσε πως ο μυούμενος νήστεψε και ήπιε το κυκεώνα. (ομηρικός ύμνος στη Δήμητρα όπου ήταν απαραίτητη προϋπόθεση). Ήταν μια αυστηρή νηστεία εννέα ημερών.
Τι σημαίνει όμως κυκεώνας. Σημαίνει ποτό αναμεμειγμένο, αν ήταν αναγκαίο και ανακατεμένο ποτό. Στον Ομηρικό ύμνο στη Δήμητρα αναφέρεται ως εξής. Η παρασκευή του μίγματος ήταν έτσι όπως το είχε ζητήσει η Δήμητρα και έπρεπε να το πιουν όπως εκείνη προτού δεχτούν το δώρο των Μυστηρίων. Ζήτησε λοιπόν ένα ποτό από χοντροαλεσμένο κριθάλευρο και νερό αναμεμειγμένα με τρυφερή ¨γλήχωνα¨. Τα συστατικά πρέπει να ήταν γνωστά στη βασίλισσα Μετάνειρα (= σύζυγος του Κελεού και μητέρα του Τριπτόλεμου).Ο Οβίλος αναφέρει ότι ήταν ψημένο το κριθάλευρο. Αφού το έψηναν το άλεθαν σε μυλόπετρες.
Το ψημένο κριθάρι και το νερό παράγουν βύνη, έχοντας γλυκιά γεύση από μόνο του χωρίς προσθήκη γλυκαντικού. Αφού ωρίμαζε, σύντομα γίνονταν οινοπνευματώδες. Μαζί με τη ¨γλήχωνα¨ ή ¨βλήχωνα¨ (=φρέσκα φύλλα από κάποια ποικιλία φλισκουνιού μάλλον, τα οποία δίνουν ένα αιθέριο έλαιο και όταν αναμειχθούν με οινόπνευμα είναι καταπραϋντικό για το στομάχι. Σε μεγάλες δόσεις, όπως αναφέρουν ειδικοί, φέρνει παραλήρημα). Οι μυημένοι, όπως αναφέρεται, έπιναν μια συγκεκριμένη ποσότητα. Αυτά σε συνάρτηση με τη νηστεία, ήταν ικανά να φέρουν τον μυούμενο σε μια κατάσταση που μπορεί να «βίωνε» όσα έβλεπε. Πάντως το σίγουρο ήταν πως θα τα έβλεπε πολύ διαφορετικά εάν δεν έπινε το κυκεώνα και δεν ήταν νηστικός.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Τις πληροφορίες τις πήρα από το βιβλίο του Ούγγρου συγγραφέα Carl Kerenyi :¨ΕΛΕΥΣΙΣ, «Μυστήρια και λατρεία», από το διαδίκτυο και από την εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ.

Αναγνώστες